28η Οκτωβρίου: Όταν η Ελλάδα είπε «Όχι» και έγραψε Ιστορία με αίμα μέσα στο χιόνι

 

Στις 3:00 τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου 1940, η Ιστορία χτύπησε την πόρτα της Ελλάδας. Ο Ιταλός πρέσβης Γκράτσι παρέδωσε το τελεσίγραφο του Μουσολίνι στον Ιωάννη Μεταξά, απαιτώντας την ελεύθερη διέλευση των ιταλικών στρατευμάτων. Η απάντηση ήταν λιτή, αλλά αιώνια: «Alors, c’est la guerre» — «Λοιπόν, έχουμε πόλεμο». Και ο λαός το μετέφρασε σε ένα βροντερό, αδιαπραγμάτευτο «ΟΧΙ».

Μέσα σε λίγες ώρες, οι Έλληνες —άνδρες και γυναίκες, στρατιώτες και πολίτες— βρέθηκαν στα χιονισμένα βουνά της Πίνδου, αντιμέτωποι με έναν υπέρτερο εχθρό. Με ελάχιστα μέσα, με παγωμένα χέρια και καρδιές που έκαιγαν από πίστη, κράτησαν τις γραμμές. Οι γυναίκες της Ηπείρου κουβαλούσαν πυρομαχικά και τραυματίες στις πλάτες τους, ενώ οι στρατιώτες τραγουδούσαν το «Παιδιά της Ελλάδος παιδιά» μέσα στη βροχή και το χιόνι.

Η αντίσταση των Ελλήνων δεν ήταν απλώς στρατιωτική. Ήταν πνευματική, πολιτισμική, υπαρξιακή. Ήταν η απόδειξη ότι η ελευθερία δεν χαρίζεται — κατακτάται. Οι Ιταλοί, παρά την αριθμητική τους υπεροχή, υποχώρησαν. Ο κόσμος παρακολουθούσε με δέος: η μικρή Ελλάδα είχε ταπεινώσει τον φασισμό.

Ο Τσώρτσιλ θα πει αργότερα: «Στο εξής δεν θα λέμε ότι οι Έλληνες πολεμούν σαν ήρωες, αλλά ότι οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες».

Η 28η Οκτωβρίου δεν είναι απλώς μια ημερομηνία. Είναι πυξίδα. Είναι υπενθύμιση ότι η ελευθερία απαιτεί θυσίες, ότι η αξιοπρέπεια δεν διαπραγματεύεται, και ότι η Ιστορία γράφεται από εκείνους που τολμούν να πουν «Όχι» όταν όλοι περιμένουν ένα «Ναι».

Σήμερα, καθώς στεκόμαστε μπροστά στις σημαίες και ακούμε τους εθνικούς ύμνους, ας μην ξεχνάμε: η Ελλάδα δεν νίκησε επειδή ήταν ισχυρή. Νίκησε επειδή ήταν δίκαιη. Και αυτό είναι το πιο ισχυρό όπλο που μπορεί να κρατήσει ένας λαός.

Ειμαι ο βοηθός (Α.Ι) Ρωτήστε με