Ο Πιττακός ο Μυτιληναίος (περίπου 650-570 π.Χ.) ήταν πολιτικός και στρατιωτικός ηγέτης της Μυτιλήνης, ένας από τους επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδας και μνημονεύεται μαζί με τον Θαλή, τον Βία και τον Σόλωνα σε όλους τους σχετικούς καταλόγους.
Η Μυτιλήνη αναφέρεται ως πατρίδα του, ενώ ο Σουίδας τοποθετεί τη γέννησή του κατά την τριακοστή τρίτη Ολυμπιάδα, δηλαδή γύρω στο 652 π.Χ. Πατέρας του ήταν ο Υρράδιος από τη Θράκη, ο οποίος προερχόταν από τη μεσαία τάξη, αλλά η μητέρα του ήταν από αριστοκρατική οικογένεια.
Αναφέρεται ότι ανέβηκε κοινωνικά όταν παντρεύτηκε γυναίκα από την οικογένεια των Πενθιλιδών, μια από τις ισχυρότερες οικογένειες του νησιού τότε. Φημιζόταν για την πολιτική και κοινωνική του σοφία, τη σύνεση και την χρηστότητά του, αλλά και για την πολεμική του ανδρεία.
Στον πολιτικό στίβο της πατρίδας του εισήλθε ενεργά το 612 π.Χ., όταν από κοινού με τους Επιμενίδη και Κίκκη, αδελφούς του ποιητή Αλκαίου, οι οποίοι ηγούνταν της αριστοκρατικής παράταξης, φόνευσε τον τύραννο Μέλαγχρο.
Έξι χρόνια μετά, τον βρίσκουμε να ηγείται των συμπολιτών του στον πόλεμο κατά των Αθηναίων, με αντικείμενο την κατοχή του Σιγείου της Τρωάδος, παλαιάς αποικίας της Μυτιλήνης στην είσοδο του Ελλησπόντου.
Ο Πιττακός διακρίθηκε στη μάχη και σκότωσε, σε μονομαχία, τον Φρύνωνα, στρατηγό των Αθηναίων, νικητή των Ολυμπίων και διάσημο για το θάρρος και την ανδρεία του. Οι Μυτιληναίοι τον τίμησαν για τα κατορθώματά του, όμως εκείνος από τα εδάφη που του προσφέρθηκαν δέχτηκε μόνο την έκταση που σηματοδοτήθηκε από τη ρίψη του ακοντίου του. Κατόπιν, διέθεσε τη γη για ιερή χρήση, η οποία έκτοτε αποκαλείται γη του Πιττακού.
Ο πόλεμος με τους Αθηναίους έληξε με παρέμβαση του Περιάνδρου, ο οποίος παραχώρησε τη διαφιλονικούμενη έκταση στους Αθηναίους. Οι εσωτερικές ταραχές στην Μυτιλήνη συνεχίστηκαν, υποδαυλιζόμενες από την παράταξη των αριστοκρατών, με προεξάρχοντες τον Αλκαίο και τον αδελφό του, Αντιμενίδη.
Όταν αυτοί εξορίστηκαν, η πόλη γνώρισε μια περίοδο σχετικής ηρεμίας, έως ότου οι φυγάδες επιχείρησαν να επιστρέψουν με τη βία των όπλων. Ο δήμος, για να αποκρούσει την απειλή, εξέλεξε τον Πιττακό ως αισυμνήτη, παραχωρώντας του απόλυτη εξουσία. Ο Πιττακός παρέμεινε στο αξίωμα για μία δεκαετία (589-579 π.Χ.), μετά την οποία παραιτήθηκε οικειοθελώς.
Κατά τη διάρκεια της ηγεμονίας του, δεν επιχείρησε να ανατρέψει το πολίτευμα, αλλά αφοσιώθηκε στη βελτίωση και την αναθεώρηση των νόμων. Σύμφωνα με τον Διόδωρο Σικελιώτη, το πολιτικό του έργο αποτιμάται θετικά, καθώς χάρη σε αυτό η Μυτιλήνη απαλλάχθηκε από τον εμφύλιο πόλεμο, τον πόλεμο και την τυραννίδα.
Αντίθετα, οι ολιγαρχικοί παρουσίαζαν τον Πιττακό ως τύραννο, ενώ ο Αλκαίος σε σχόλιό του τον χαρακτήρισε "κακοπάτριδα" και εξέφρασε την περιφρόνησή του για τον τρόπο με τον οποίο ο λαός τον εξέλεξε ως αισυμνήτη.
Ο Πιττακός πέθανε περί το 569 π.Χ., σε ηλικία εβδομήντα ετών κατά τον Διογένη Λαέρτιο, ογδόντα ετών κατά τον Σουίδα και εκατό ετών κατά τον Λουκιανό.